Το φίδι πλησίασε την Εύα, αργόσυρτα και γλυκά σφυρίζοντας.
Η γλώσσα του διχαλωτή, μπέρδευε το μυαλό της. Ο διχασμός του δύο, γυάλινα μάτια ,άδεια, σαν καθρέφτες. Την έβλεπε ανάποδα, μέσα από τον καθρέφτη των ματιών του κι εκείνη μαγνητιζόταν. Την καθήλωνε αυτό το βλέμμα , δεν μπορούσε να κάνει ούτε μπρος ούτε πίσω, έμενε εκεί να κοιτάζει . Ψάχνοντας να βρεί κάτι γνώριμο το κοίταζε όλο και πιο βαθιά στα μάτια.
Όλα τα πλάσματα είναι ίδια της είχαν πει, παιδιά της ίδιας δημιουργίας, του ίδιου θεού, με ανάσα ζουν όλα, με την ίδια πνοή.
Το φίδι παρέμενε εκεί σταθερά, απέναντί της.
" Σε γνωρίζω, της είπε, βλέπω κάτι που εσύ δεν βλέπεις, αναγνωρίζω σε σένα μια σπάνια ομορφιά . Αναρωτιέμαι πόσο όμορφη θα είσαι αν γυρίσεις ανάποδα, πόσο θελκτική και όμορφη θα φαινόταν η πηγή σου κι εγώ διψάω πολύ , σέρνομαι στα πόδια σου, υποτάσσομαι στην ομορφιά σου, σε ικετεύω να μου δώσεις έστω και μια σταγόνα σου. Σ’ ανακηρύττω βασίλισσα μου, η ομορφιά και το μεγαλείο σου με θάμπωσε και με μάγεψε . "
Όσα εκείνη ονειρευόταν να ακούσει απο κάποιον τώρα ήταν αλήθεια . Κάποιος έβλεπε μέσα της τους πιο κρυφούς της πόθους , άκουγε τις σκέψεις της και της έλεγε ότι πάντα ήθελε να ακούσει.
Κάθε σκέψη του, κάθε φράση του, χτυπούσε το κέντρο της, άρχισε να νιώθει αστάθεια,
υπνωτισμός. Ζαλίστηκε, τα λόγια του την μπέρδευαν , έμοιαζαν αληθινά και παρ’ όλο που κάτι μέσα έλεγε ότι δεν είναι έτσι, ήταν αδύνατον να μετακινηθεί.
"Δεν έχεις άλλο δρόμο της είπε, εδώ είναι το βασίλειό μου , δεν θα σ’αφήσω να φύγεις, μόνο μαζί μου θα είσαι ευτυχισμένη. Μετά από μένα δεν υπάρχει τίποτα. Εγώ είμαι όλα για σένα , κανείς δεν θα μπορέσει να σε πάρει απο μένα , μου ανήκεις . Δοκίμασες το δηλητήριό μου και μ’αυτό μπήκες στον κόσμο μου. Το δηλητήριο του πόθου , της λαγνείας , της ηδονής . Δεν έχεις άλλο δρόμο." Αντηχούσαν τα λόγια του στ’ αυτιά της. Ο διχασμός του φιδιού, τα γυάλινα μάτια, η διχαλωτή γλώσσα.
Υπνωτισμός .
Άγνωστος κόσμος, μαύρος, κατάμαυρος, κατράμι. Άγνωστα όλα μα συνάμα δελεαστικά. Το δηλητήριο απειλητικό, η μυρωδιά του θανάτου, η επιστροφή , κλωθογύριζαν στο μυαλό της. Σύγχυση, μπέρδεμα, αναταραχή, κενό στο στομάχι . Το κέντρο της συνέχιζε να πάλλεται.
Κενό, χάος, άδειασμα.
Υπνωτισμός.
Η πόρτα είχε παραβιαστεί, ο διαρρήκτης εισχώρησε, κατακτώντας μια θέση μέσα της. Εκείνος οδηγούσε, την καθοδηγούσε.
"Θα κάνεις ότι λέω εγώ, τον άκουγε μέσα στο βαθύ της ύπνο να λέει. Εγώ είμαι η δύναμή σου. Εγώ είμαι ο κυρίαρχός σου, σε κυβερνώ τώρα και συ δεν μπορείς ν’αντισταθείς. Γεύομαι τους καρπούς σου, πίνω απ' την πηγή σου, παίρνω ζωή, ποτέ δεν θα σ’αφήσω να φύγεις. Είσαι δική μου, μόνο δική μου."
Όχι, ήθελε να φωνάξει, όχι, όχι. Κι όμως φωνή δεν βγήκε κι ενώ σκεφτόταν το όχι, έπραττε στο ναί.
Υπνωτισμός, γυάλινα γαλάζια μάτια, διχαλωτή γλώσσα. Αντικατροπισμός του εαυτού της. Λόγια χωρίς ουσία, χωρίς νόημα , μισές αλήθειες , αντεστραμμένες αλήθειες. Ψευδής έρωτας ,σκέψεις μπερδεμένες, ανάκατες, βαριά η ανάσα.
Ο παράδεισος είχε αρχίσει να ξεθωριάζει. Δεν θυμόταν πια. Άλλα σκεφτόταν, άλλα ένιωθε, άλλα έκανε.
Αδυναμία, ατονία, βαριά τα πόδια, καμιά αντίσταση.
Ψευδής έρωτας , ψευδαισθήσεις , αντανακλάσεις ενός αληθινού κόσμου μέσα απο γυάλινο πρίσμα.
Αντεστραμμένη πραγματικότητα , διαστρεβλωμένη .Ο παράδεισος έσβησε.
Υπνωτισμός.
http://gnostikoitrelloi.blogspot.gr/2010/11/blog-post.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου